menu_open Columnists
We use cookies to provide some features and experiences in QOSHE

More information  .  Close

HotDoc.History: Γερμανόφιλοι και ιταλόφιλοι στα μετόπισθεν στην προπολεμική Ελλάδα

4 1
28.10.2025

Είμαι εθνικοσοσιαλιστής […] Αν έχω να διαλέξω ανάμεσα σε μια αγγλοκρατούμενη και σε μια ιταλοκρατούμενη Ελλάδα, είναι αυτονόητο τι διαλέγω […] Αν η Ελλάδα γίνει πεδίο μάχης για να συντριβεί η Αγγλία, μου φαίνεται εύλογο ότι κάθε πραγματικός Έλληνας οφείλει να συμβάλλει σ’ αυτό…

Ευάγγελος Κυριάκης

Η νίκη των Ελλήνων επί των Ιταλών μετά την 28η Οκτωβρίου 1940 εξέπληξε ευχάριστα τη δημοκρατική ανθρωπότητα. Αυτό που εκπλήσσει σήμερα είναι το πώς επιτεύχθηκε αυτή η νίκη κόντρα σε τόσους απρόθυμους να πολεμήσουν, σε τόσους «εν αναμονή» συνεργάτες του Άξονα, σε μια τόσο μεθοδική διάβρωση που είχε γίνει και ακουμπούσε τα ανώτατα κλιμάκια της ελληνικής κρατικής ιεραρχίας.

Η δράση «Πέμπτης Φάλαγγας» στην προπολεμική Ελλάδα είναι σήμερα ιστορικά αδιαμφισβήτητη, όπως ήταν και τότε γνωστή στις συμμαχικές και τις ελληνικές υπηρεσίες ασφαλείας. Και όπως με τρόπο εμφαντικό επιβεβαιώθηκε από τη μεταπήδηση στελεχών του μεταξικού καθεστώτος στην υπηρεσία των αρχών Κατοχής. Η σύνθεσή τους ήταν ετερόκλητη. Στις τάξεις της συνωθούνταν οικονομικοί παράγοντες με ισχυρά συμφέροντα κυρίως με τη Γερμανία, γραφικοί αλλά επικίνδυνοι φασίστες και εθνικοσοσιαλιστές εγχώριας κοπής, στρατιωτικοί απρόθυμοι να πολεμήσουν σε μια αναμέτρηση που θεωρούσαν εκ προοιμίου χαμένη, πολιτικοί και πολιτευτές του αστικού κόσμου –Λαϊκοί και Φιλελεύθεροι– που δεν συμμερίζονταν τον αγγλόφιλο προσανατολισμό του Μεταξά.

Η ιταλική διείσδυση καταγράφεται αρχικά με το φιλοφασιστικό κόμμα του Γεώργιου Μερκούρη στην Αθήνα και από το 1928 στη Θεσσαλονίκη με την ίδρυση της «Κάζα ντέλι Ιταλιάνι» και «Φάτσιο Ιταλιάνο ντι Σαλόνικα».(1) Στους ιταλόφιλους κατατάσσονται ο Ιωάννης Κουρούνης, υπεύθυνος της ελληνόφωνης εκπομπής του ραδιοσταθμού του Μπάρι που διέδιδε τη φασιστική προπαγάνδα στην Ελλάδα, ο ανταποκριτής του Μάριος Βαϊάνας, ο καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Ρώμης Γεώργιος Ζώρας. Κουρούνης και Ζώρας εξέδωσαν το 1938 το περιοδικό «Ράδιο-Επιθεώρηση», η κυκλοφορία του οποίου επετράπη έως την κήρυξη του πολέμου. Μάλιστα ο Κουρούνης συμμετείχε κατά την Κατοχή και στη σύνταξη της προπαγανδιστικής καθημερινής εφημερίδας «Κουαδρίβιο», ελληνική έκδοση της ιταλικής ημερησίας «Τίβερης». Το «Κουαδρίβιο», αν και αυτοχαρακτηριζόταν «εφημερίς της Νέας Τάξεως», ασκούσε έντεχνα την προπαγάνδα του προτάσσοντας κυρίως πολιτιστικά θέματα και στις σελίδες του συγκέντρωσε ονόματα της ελληνικής διανόησης όπως οι Φώτος Γιοφύλλης, Γρ. Ξενόπουλος, Κλ. Παράσχος, Κ. Καιροφύλλας, Φ. Κόντογλου, Α.Μ. Λιδωρίκης, Μιχ. Τόμπρος κ.ά.

Όμως στην ιταλόφιλη παράταξη δεσπόζουσα θέσει κατέχει ο Σωτήριος Γκοτζαμάνης (υπουργός Υγιεινής και Προνοίας το 1932-33 επί κυβερνήσεως Π. Τσαλδάρη), αναδείχτηκε σε μόνιμο υπουργό των δύο πρώτων κατοχικών κυβερνήσεων, εκπροσωπώντας σταθερά τα συμφέροντα της Ρώμης.

Από τις αρχές του 1940 οι Ιταλοί θέτουν εντατικά σε εφαρμογή σχέδιο για να προλειάνουν με πολιτικά μέσα το έδαφος για τη στρατιωτική επίθεση στην Ελλάδα. Ο γαμπρός του Μουσολίνι και υπουργός Εξωτερικών Γκαλεάτσο Τσιάνο είναι πεπεισμένος ότι οι Έλληνες στρατηγοί είναι έτοιμοι να «ρευστοποιήσουν» τον Μεταξά ενώ στηρίζεται και στη βοήθεια μιας αλβανικής «5ης Φάλαγγας». Αναθέτει στον διάσημο λογοτέχνη και δημοσιογράφο Κούρτσιο Μαλαπάρτε (Curzio Malaparte), έναν από τους «πνευματικούς πράκτορες» του καθεστώτος, την «πιο φιλόδοξη αποστολή» του. Συναντώνται στις 20 Μαρτίου 1940 στη Νάπολι. Του αναθέτει να πάει στην Αθήνα για να δει μερικούς αξιωματούχους του Γενικού Επιτελείου και της κυβέρνησης. Μάλιστα του προκατέβαλε και τις δαπάνες του ταξιδιού.

Το «κάλυμμα» είναι η ιδιότητα του απεσταλμένου της «Corriere della Serra» και σκοπός η εξοικείωση του ιταλικού κοινού για την επικείμενη επίθεση «λόγω της αντιιταλικής ίντριγκας της κυβέρνησης των Αθηνών». Οι οδηγίες για την «ημιεπίσημη αποστολή» είναι σαφείς: «Στο μεταξύ μπορείς να δημοσιεύσεις άρθρα ποικίλης ύλης που θα δικαιώνουν τη φιλειρηνική παρουσία μου». Ο Μαλαπάρτε αναχωρεί αεροπορικά με εντολές του Τσιάνο εναντίον και του «παλιομοδίτη» και «ντεφετιστή» πρεσβευτή: «Ο Γκράτσι μπορεί να γράφει ό,τι θέλει, αλλά τον πόλεμο με την Ελλάδα θα τον κάνω μόνος μου».

Ο «ανταποκριτής» ζητά αλλά αποτυγχάνει να έχει συνάντηση με τον Μεταξά, με τον οποίο όμως μοιράζεται τον θαυμασμό για τη δικτατορία. Συχνάζει σε ρεστοράν και μιλά με όλους τραβώντας την προσοχή των βρετανικών –και ίσως των γερμανικών– υπηρεσιών αντικατασκοπίας. «Είχε όμως την ανάθεση να διαφθείρει Έλληνες στρατηγούς; Τέτοια κατηγορία δεν αποδείχτηκε».(2)

Στον πρώτο κύκλο των ανταποκρίσεων εκθειάζει τα φολκλορικά στοιχεία της Ελλάδας και των Ελλήνων αλλά στον δεύτερο κύκλο γίνεται δηλητηριώδης, όσο πλησιάζει η ώρα της επίθεσης. Η Ελλάδα είναι «μια χώρα σάπια». Θυμάται ότι ο Μεταξάς –ο μοναδικός αυθεντικός........

© Documento