menu_open Columnists
We use cookies to provide some features and experiences in QOSHE

More information  .  Close

HotDoc.History: Υπόκωφη «νευρικότητα» της Απελευθέρωσης. Η Αθήνα στο επίκεντρο του ζητήματος εξουσίας

7 0
13.10.2025

12 Οκτωβρίου 1944. Ώρα 11:00 το πρωί..

«Η λευτεριά φτερουγίζει πάνω από την Αθήνα μας» «Πριν φύγουν και οι τελευταίοι Ούννοι ο λαός ξεχύθηκε με σημαίες και ζητωκραυγές στους δρόμους. Απ’ το Πανεπιστήμιο, απ’ τις Τράπεζες, απ’ όλα τα κέντρα οι τηλεβόες του ΕΛΑΣ σαλπίζουν το χαρμόσυνο μήνυμα. Οι συνοικίες σε παραλήρημα ενθουσιασμού ετοιμάζονται για το μεγάλο γιορτασμό. Στο μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη αντιπροσωπείες του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ κατέθεσαν στεφάνι. Έξαλλος από τον ενθουσιασμό ο συγκεντρωμένος κατά χιλιάδες λαός ζητωκραύγαζε. Δακρύζοντας οι πολίτες αγκάλιαζε ο ένας τον άλλο» γράφει ο «Ριζοσπάστης» αποτυπώνοντας την πανηγυρική ατμόσφαιρα των πρώτων στιγμών:

Η Απελευθέρωση συνιστά μια περίπλοκη διαδικασία στο επίκεντρο της οποίας τίθετο το ζήτημα της εξουσίας. Ποιος θα κυβερνήσει την απελευθερωμένη χώρα και ποια μορφή θα είχε η εξουσία αυτή. Πίσω από τις αυθόρμητες λαϊκές εκδηλώσεις χαράς και ενθουσιασμού υπέβοσκαν εντάσεις και αντιθέσεις. Η κάθε άλλο παρά ομαλή διαδικασία συντελείται μέσα σε ένα κλίμα τρομακτικής ψυχολογικής πίεσης. Η ατμόσφαιρα «νευρικότητας» εντεινόταν από φήμες για την ύπαρξη διαταγής του Χίτλερ για καταστροφή όλων των ζωτικών εγκαταστάσεων κατά τη γερμανική υποχώρηση. Κατά την προσφιλή τους πρακτική οι Γερμανοί επιχείρησαν να μεταθέσουν την ευθύνη για την τήρηση της τάξης στον ίδιο τον πληθυσμό. Ήταν «η ανόητη δράση» «εγκληματικών στοιχείων» που θα τους ανάγκαζε (sic!) να λάβουν μέτρα. Στις 20 Σεπτεμβρίου 1944 ο Γερμανός Στρατιωτικός Διοικητής Χέλμουτ Φέλμι, επικεφαλής του 68ου Σώματος Στρατού της Βέρμαχτ, διέψευσε με ανακοινώσεις του τις διαδόσεις: «ουδείς Αθηναίος, όστις επιδεικνύει ήσυχον και σώφρονα διαγωγήν, πρέπει να φοβήται δια την πόλιν του ή να γίνεται περίφροντις δια την ζωήν και την περιουσίαν του».

Το στρατιωτικό διακύβευμα της γερμανικής υποχώρησης ήταν η «ειρηνική εκκένωση» των Αθηνών. Η εξασφάλισή της από τη γερμανική διοίκηση ήταν προϋπόθεση για την απρόσκοπτη υποχώρηση των γερμανικών δυνάμεων, χωρίς δηλαδή επιθέσεις από αντάρτες ή Βρετανούς. Σε διαφορετική περίπτωση θα εφαρμοζόταν η «θεωρία του χάους» που διατύπωσε στα μέσα του 1944 ο αρχηγός της γερμανικής Μυστικής Αστυνομίας (SiPo) Βάλτερ Μπλούμε (Walter Blume) σύμφωνα με την οποία προβλεπόταν η ανατίναξη εργοστασίων, αποβαθρών και άλλων υποδομών στα κατεχόμενα εδάφη τα οποία αναγκάζονταν να αφήσουν οι Γερμανοί.

Τόνοι με εκρηκτικά τοποθετήθηκαν στο φράγμα του Μαραθώνα και σε τούνελ στον Λυκαβηττό ενώ το δίχτυ των υπονομεύσεων περιλάμβανε την τηλεφωνική εταιρεία, τους στρατώνες, την ηλεκτρική εταιρεία, τις αποβάθρες του λιμανιού του Πειραιά, τους σιδηροδρομικούς σταθμούς, γέφυρες, τελωνεία, το εργοτάξιο των ΣΕΚ και άλλα σημαντικά κτίρια, όπως οι στρατιωτικές αποθήκες στο Ρουφ, ο ραδιοφωνικός σταθμός και κεντρικά ξενοδοχεία της πόλης. Το ίδιο προβλεπόταν για όλες τις σημαντικές υποδομές της επικράτειας με έμφαση στο σιδηροδρομικό δίκτυο και στον Ισθμό της Κορίνθου. Η παράλληλη σύλληψη και εκτέλεση όλης της ελληνικής πολιτικής ηγεσίας στόχευε στην πρόκληση «πολιτικού χάους» που ενδεχόμενα θα οδηγούσε σε ΕΑΜο-βρετανική σύγκρουση.(1)

Η διαταγή του ΕΛΑΣ «Σταματήστε τους παλμούς της καρδιάς σας» δεν ήταν τυπική. Ο Ν. Πλουμπίδης γλιτώνει από λιντσάρισμα τον ταγματασφαλίτη Παπαδόγκονα που συνέχιζε να δολοφονεί («Ριζοσπάστης» αρ.14, 28 Οκτωβρίου 1944)

Πάνω λοιπόν στον τρόπο με τον οποίο θα υποχωρούσαν οι Γερμανοί στήθηκε ένα διπλωματικό παιχνίδι με πολλούς παίχτες και διαφορετικές στοχεύσεις. Αν και καμία πλευρά δεν είχε επίσημη εξουσιοδότηση να διαπραγματευτεί τη γερμανική παράδοση, η απειλή των καταστροφών, με τις ανθρώπινες απώλειες και τις υλικές ζημιές που συνεπαγόταν, και η δυνατότητα των τοπικών Γερμανών αξιωματούχων να τις αποτρέψουν μπορούσε να εξασφαλίσει μια άτυπη ουδετερότητα.

Οι Γερμανοί εντέχνως εκμεταλλεύτηκαν τη βρετανική καχυποψία απέναντι στο ΕΑΜ το οποίο εν δυνάμει μπορούσε να επωφεληθεί από την κατάσταση κυριεύοντας βαρύ γερμανικό οπλισμό ή ακόμα και καταλαμβάνοντας την εξουσία. Για άλλη μια φορά στη βρετανική πολιτική τέθηκαν πολιτικές προτεραιότητες έναντι της στρατιωτικής αναγκαιότητας ενός πολέμου ο οποίος συνεχιζόταν ακόμη με μεγάλη σφοδρότητα. Είναι ενδεικτικό ότι παρά τη συντριπτική από αέρος υπεροπλία της η βρετανική αεροπορία (RAF) δεν παρεμπόδισε την προσπάθεια σύμπτυξης ούτε μιας γερμανικής νησιωτικής φρουράς προς την ηπειρωτική Ελλάδα, το μεγαλύτερο μέρος των οποίων αφέθηκε να διαπεραιωθεί ανενόχλητο. Μόνο όταν η βρετανική παθητικότητα άρχισε να προκαλεί όχι μόνο υποψίες αλλά και αντιδράσεις –από τους έτερους της συμμαχίας, Αμερικανούς– οι Βρετανοί βομβάρδισαν, στα μέσα Σεπτεμβρίου 1944, τα τρία αεροδρόμια της Αττικής (Καλαμάκι, Τατόι, Ελευσίνα) καταστρέφοντας πάνω από τα μισά γερμανικά μεταγωγικά αεροπλάνα και ανακόπτοντας τη διαδικασία εκκένωσης των νησιών. Η ίδια εφεκτική στάση τηρήθηκε και απέναντι στις υποχωρούσες από ξηράς γερμανικές δυνάμεις στις οποίες η βρετανική αεροπορία απέφυγε να δώσει συντριπτικό πλήγμα.

Με κύριο στόχο την παραμονή της Ελλάδας στη βρετανική σφαίρα επιρροής, στις 9 Αυγούστου 1944 το Βρετανικό Πολεμικό Συμβούλιο ενέκρινε το σχέδιο «ΜΑΝΝΑ» για την αποστολή στρατιωτικής δύναμης 10.000 ανδρών στην Ελλάδα αμέσως μόλις υποχωρήσουν οι Γερμανοί. Το σημαντικότερο στοιχείο στην επιχείρηση ήταν ότι όλες οι διαθέσιμες στρατιωτικές μονάδες έπρεπε να συγκεντρωθούν και να εισέλθουν στην Αθήνα.

Η επιχείρηση θα ξεκινούσε μόνο όταν οι Γερμανοί είχαν εγκαταλείψει την πόλη. Καθώς η μικρή στρατιωτική δύναμη που ήταν διατεθειμένοι να στείλουν μετά βίας έφτανε να ελέγξει την Αθήνα, η εξουδετέρωση........

© Documento