HotDoc.History: Φιλομοναρχικά κινήματα στον Μεσοπόλεμο: Ο «πειρασμός» μιας εξουσίας με λόγχες
Το 1909 διαδέχτηκε το 1922 και από εκεί και πέρα στην «Οργάνωση Ταγματαρχών», τα «Δημοκρατικά Τάγματα», τον Πάγκαλο, τον Ζέρβα, τον Κονδύλη και εν τέλει στον Γεώργιο Β΄ και τον Μεταξά
Η σχέση του στρατού με την πολιτική αποτέλεσε διαχρονικά μια βασική συνιστώσα των ευρύτερων κοινωνικοοικονομικών εξελίξεων που καθόρισαν τόσο σε διεθνές όσο και σε εθνικό επίπεδο την ιστορική πορεία των κρατών και των κοινωνιών στον 20ό αιώνα.(1) Η ελληνική περίπτωση δεν θα μπορούσε να αποτελέσει εξαίρεση, για τον επιπλέον λόγο της εμπλοκής του ελληνικού έθνους-κράτους σε μείζονα πολεμικά γεγονότα (Α΄ και Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος) σε μια εκτεταμένη στρατιωτική επιχείρηση που οδήγησε στη Μικρασιατική Καταστροφή, αλλά και σε έναν πολυαίμακτο Εμφύλιο Πόλεμο (1946-1949). Η σχέση της θεσμισμένης πολιτικής εξουσίας με τον στρατό έλαβε μάλιστα εντελώς διαφορετική μορφή μετά τη νίκη των αντικομμουνιστικών δυνάμεων στην εμφύλια αναμέτρηση και την ισχυροποίηση των στρατιωτικών στη νέα δομή εξουσίας.
Η επτάχρονη στρατιωτική δικτατορία (1967-74) ήταν το επιστέγασμα της ανάμειξης του στρατού στην πολιτική ζωή και επιβεβαίωσε, με τον χειρότερο δυνατό τρόπο, τα όρια της μετεμφυλιακής «καχεκτικής» δημοκρατίας. Με τη μεταπολίτευση που ακολούθησε, και στο πλαίσιο του νέου κοινωνικού συμβολαίου που εξασφάλιζε την αποκατάσταση των δημοκρατικών ελευθεριών, ο στρατός αποχώρησε από το προσκήνιο της πολιτικής ζωής και περιορίστηκε στα καθαυτό καθήκοντά του. Στο σημείωμα αυτό θα επιχειρήσουμε μια εντελώς συνοπτική παρουσίαση της πολυκύμαντης σχέσης στρατού και πολιτικής στην Ελλάδα, με επικέντρωση σε συγκεκριμένα στρατιωτικά κινήματα του Μεσοπολέμου.
Μετά την ελληνική επανάσταση και τη συγκρότηση του ελληνικού κράτους το ζήτημα της συγκρότησης τακτικού στρατεύματος, που να ανταποκρίνεται στα ευρωπαϊκά δεδομένα της εποχής, ήταν ιδιαιτέρως σημαντικό. Για το μεγαλύτερο όμως διάστημα του 19ου αιώνα ο ελληνικός στρατός παρέμενε γενικά ολιγάριθμος, χαμηλής ποιότητας και, σε κάθε περίπτωση, αδυνατούσε να εκπληρώσει τις επιδιώξεις της Μεγάλης Ιδέας. Από την περίοδο διακυβέρνησης του Χαρίλαου Τρικούπη άρχισε σταδιακά μια αναδιοργάνωσή του, χωρίς όμως να επιτευχθούν εντυπωσιακά αποτελέσματα. Η καταστροφική επιλογή του πολέμου με την Οθωμανική Αυτοκρατορία το 1897, υπό την ουσιαστική καθοδήγηση της σκληροπυρηνικά εθνικιστικής Εθνικής Εταιρείας, καταρράκωσε μεταξύ άλλων και το κύρος του στρατεύματος, η κατάσταση του οποίου στην πρώτη δεκαετία του 20ού αιώνα αντικατόπτριζε πλήρως το γενικότερο πολιτικό και κοινωνικό κλίμα που είχε διαμορφωθεί στη συγκυρία.
Μονάδες πυροβολικού στην Αθήνα κατά την εκδήλωση της δικτατορίας Πάγκαλου στις 25 Ιουνίου 1925
Πλήθος χαμηλόβαθμων αξιωματικών δυσανασχετούσε με τις επιλογές της ηγεσίας, στην οποία σημαντικό ρόλο διαδραμάτιζαν ο διάδοχος Κωνσταντίνος και τα μέλη της βασιλικής οικογένειας. Το κύρος των αξιωματικών είχε αναβαθμιστεί με τη συμμετοχή πολλών εξ αυτών στον Μακεδονικό Αγώνα, αλλά σε γενικές γραμμές το επίπεδο οργάνωσης και στελέχωσης των ενόπλων δυνάμεων παρέμενε χαμηλό. Στο πλαίσιο αυτό οι κομματικοί ανταγωνισμοί, οι αναταράξεις που προξενούσαν οι αναδυόμενοι βαλκανικοί εθνικισμοί και η αυξανόμενη πίεση συσσωρευμένων οικονομικών και κοινωνικών προβλημάτων οδηγούσαν σε κρίση το πολιτικό σύστημα.
Το κίνημα στο Γουδί (καλοκαίρι του 1909) συνιστά ουσιαστικά την πρώτη σημαντική επέμβαση του στρατού στην πολιτική ζωή της χώρας. Εκατό και πλέον χρόνια από την εκδήλωσή του, η ερμηνεία του κινήματος αυτού εξακολουθεί να αποτελεί ιστοριογραφική πρόκληση. Σύγχρονες προσεγγίσεις το αποδεικνύουν με τον πλέον εναργή τρόπο.(2) Σε κάθε περίπτωση η απόπειρα του Στρατιωτικού Συνδέσμου, της ομάδας δηλαδή που υπό την ηγεσία του συνταγματάρχη Νικολάου Ζορμπά σχεδίασε και υλοποίησε το κίνημα, να καλέσει τον Ελευθέριο Βενιζέλο από την Κρήτη και να του ζητήσει να ηγηθεί της προσπάθειας ανασυγκρότησης της χώρας είχε καταλυτικές συνέπειες.(3)
Μεταξύ των άλλων θεσμικών τομών της περιόδου 1910-1912 τέθηκε σε νέα βάση η αναδιοργάνωση των ενόπλων δυνάμεων της χώρας υπό την επίβλεψη ξένων στρατιωτικών αποστολών. Οι νικηφόροι Βαλκανικοί Πόλεμοι 1912-13 απέδειξαν το αξιόμαχο του στρατεύματος και έδωσαν την ευκαιρία στο σώμα των αξιωματικών να αυξήσει έτι περαιτέρω το κύρος του.
Η επιδείνωση όμως των αντιθέσεων στο επίπεδο της πολιτικής ηγεσίας (με τη διαφαινόμενη ρήξη βασιλιά Κωνσταντίνου – Βενιζέλου) δημιουργούσαν έντονες πιέσεις και στο εσωτερικό του σώματος των αξιωματικών. Ο Εθνικός Διχασμός που ακολούθησε όξυνε τις προϋπάρχουσες αντιθέσεις και εκτός των άλλων σοβαρών συνεπειών του δημιούργησε και ανεπίστρεπτη ρήξη στους κόλπους του στρατεύματος ανάμεσα στους βενιζελικούς και τους αντιβενιζελικούς αξιωματικούς. Το κομβικό ζήτημα περί της συμμετοχής ή μη της χώρας στον Μεγάλο Πόλεμο (1914-1918) συνιστούσε την αφορμή για την εκδήλωση αυτής της μείζονος και διαρκούς κρίσης του πολιτικού συστήματος, που έλαβε συμβολική μορφή με τη σφοδρή αντιπαράθεση των δυο πρωταγωνιστών, το κίνημα της Εθνικής Αμύνης στη Θεσσαλονίκη (1916), την επιστροφή του Βενιζέλου στην Αθήνα (1917) και την προσωρινή απομάκρυνση........





















Toi Staff
Gideon Levy
Tarik Cyril Amar
Stefano Lusa
Mort Laitner
Robert Sarner
Mark Travers Ph.d
Andrew Silow-Carroll
Constantin Von Hoffmeister
Ellen Ginsberg Simon